Παρασκευή 30 Μαρτίου 2007

Τα φαινόμενα απατούν;


----
O Δρ Ντέιβης τηλέφωνο παρακαλώ, ο Δρ Ντέιβης τηλέφωνο παρακαλώ, Δρ Μπλέρ, Δρ Μπλέρ... Ο Δρ Τζον Χάμιλτον, ο Δρ Τζον Χάμιλτον παρακαλείται να προσέλθει στο γραφείο του Δρ. Άντερσον
----

- Κύριε διευθυντά με ζητήσατε;
- Παρακαλώ καθίστε Δρ Χάμιλτον. Ξέρετε... ανησυχώ για την κατάσταση της υγείας του Λευτέρη. Τον τελευταίο καιρό πάει απ' το κακό στο χειρότερο. Νομίζω ότι σαν θεράπων ιατρός του θα πρέπει να δείξετε μεγαλύτερη προσοχή στην περίπτωση του. Πέρα από τους καθαρά ανθρωπιστικούς λόγους είναι και αυτή η Μαρτσαμπλόκου που δεν θα διστάσει να μας βγάλει ακόμα και στον Εισαγγελάτο αν κάτι πάει στραβά. Και όπως καταλαβαίνετε το τελευταίο που θα θέλαμε αυτή τη στιγμή είναι ένα πλήγμα στη φήμη του ιδρύματος που με τόσο κόπο δημιουργήσαμε.
- Μείνετε ήσυχος Δρ. Άντερσον... θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου!

Ο Λευτέρης ήταν μάλλον από τις σοβαρότερες περιπτώσεις που είχε αντιμετωπίσει ο Χάμιλτον. Ελάχιστα βέβαια τον ενδιέφερε η φήμη του ιδρύματος ή ο Λευτέρης αλλά μια θετική έκβαση θα ήταν πολύ σημαντικό επίτευγμα για την καριέρα του.
Αυτά σκεφτόταν κατευθυνόμενος στο δωμάτιο 314.

“Δρ Χάμιλτον καλά που ήρθατε, ο ασθενής βρίσκεται σε πολύ άσχημη κατάσταση.” του είπε μία από τις νοσοκόμες.
Μόλις είδε τον Χάμιλτον ο Λευτέρης άρχισε να ουρλιάζει. “είσαι νεκρός, είσαι νεκρός!!!!”

- Σε παρακαλώ αδελφή χαλάρωσε του τα λουριά
- Μα... είστε σίγουρος γιατρέ; Δεν θα το πρότεινα...
- Κάνε αυτό που σου είπα!

Ο Λευτέρης δεν έχασε την ευκαιρία και όρμηξε πάνω στον Χάμιλτον δαγκώνοντας του τι μύτη.

“Αχχχ η μύτη μου!”, σπάραζε ο Χάμιλτον ενώ το αίμα έτρεχε ποτάμι.
“Α... και που σαι γιατρέ.... τα βατόμουρα δεν θα σε βοηθήσουν σε τίποτα” είπε ο Λευτέρης με απόλυτη ηρεμία.

“10 μέρες στην απομόνωση, πάρτε τον τώρα!”, ο Χάμιλτον σχεδόν διέταξε τις νοσοκόμες και σιγοψιθύρισε “θα σου δείξω εγώ μπάσταρδε!!!”

Τρίτη 27 Μαρτίου 2007

Ο άνθρωπος-κωλοβακτηρίδιο σε νέες περιπέτειες

Τα βατόμουρα είχαν χάσει τη χρησιμότητα τους. Τις 2-3 φορές που τα έβαλε η Τρέισι στο παράθυρο της Μέρι Τζέιν παρέμειναν για μέρες μέχρι που σάπισαν. Κι ενώ όλοι το δέχτηκαν ως καλό γεγονός για τη νοητική πρόοδο του κοριτσιού, - ο πατέρας της φρόντισε να το διαδώσει στη γειτονιά και όλοι ανταποκρίθηκαν θετικά στο νέο για το συμπαθές τρελό κοριτσάκι, - η Τρέισι ζούσε με μια καθημερινή ανησυχία. Ήταν η μόνη που είχε μάθει πως ο νεκρός που βρέθηκε τις προάλλες ήταν συγγραφέας κόμιξ και δεν μπορούσε να το δεχτεί ως τυχαίο που η νέα συνήθεια του κοριτσίου ήταν να χαζεύει ένα τεύχος κόμιξ με τον τίτλο «O Άνθρωπος Κωλοβακτηρίδιο: Αναμέτρηση στην Τζαχίλγια».

Η Τρέισι βρισκόταν σε φοβερή ψυχική σύγχυση. Από τη μία χαιρόταν που η κόρη της έδειχνε να καταλαβαίνει το κόμικ, είχε αφήσει την προηγούμενη έμμονη ιδέα της με τη ρίψη βατόμουρων και έδειχνε πιο ευδιάθετη. Από την άλλη επέστρεφε στο μυαλό της εκείνο το βράδυ. Ένας νεκρός στο κτίριο, ένα μυστηριώδες τεύχος που άλλαξε κατοχή κι η Μέρι Τζέιν με χέρια γεμάτα από ένα υγρό που στην αρχή φάνηκε για πολτός από λιωμένα βατόμουρα. Η Τρέισι δε μπορούσε παρα να ελπίζει πως η κόρη της δεν είχε τίποτα να κάνει με αυτό το φόνο. Παρόλαυτα όποτε τη χάζευε να κοιτάει τις εικόνες με τα γιγάντια πλάσματα να μονομαχούν στην έρημο μέσα στο κόμικ και να λάμπει το πρόσωπο της, δε μπορούσε παρα να ανησυχεί. Αυτό το παιδί είχε μια ροπή προς το κακό.


Ο καιρός περνούσε και η Μέρι Τζέιν ξόδευε πολλές ώρες της ημέρας με το κόμικ. Κάποιες φορές η Τζέιν καθόταν δίπλα της στο κρεβάτι και ξεφυλλίζανε μαζί το τεύχος. Η αλλαγή της διάθεσης του κοριτσιού ανάλογα με τα συμβάντα στις σελίδες ήταν εμφανής. Σε κάποια συγκεκριμένα σημεία σα να προσπαθούσε να μιλήσει κιόλας. Χαιρόταν με τον ήρωα του κόμικ, τον άνθρωπο κωλοβακτηρίδιο που έψαχνε την αλήθεια ρωτώντας νεράιδες και ξωτικά πλάσματα μέσα στην έρημο. Γούρλωνε τα μικρά της μάτια και έμενε με ανοιχτό στόμα όταν ο άνθρωπος κωλοβακτηρίδιο έμενε εγκλωβισμένος στην κινούμενη άμμο ενώ 3 φεγγάρια ξεπρόβαλαν στον ουρανό που γινόταν κόκκινος σαν να φλεγόταν.
Κι ύστερα όταν δύο γιγάντια τέρατα μονομαχούσαν κι ο ήρωας απελευθερωνόταν από την ακινησία του και τα εξολόθρευε σώζοντας τον κόσμο που είχε πιστέψει στο τέλος, το κορίτσι γυρνούσε προς τη μαμά του και την κοίταγε σα να ήθελε να μοιραστούν τη χαρά για την ευτυχή κατάληξη.

Κι εκείνη τη σημαντική μέρα για τη ζωή του κοριτσιού, η ιστορία έφτανε στην τελευταία σελίδα, ο λαός είχε σηκώσει στα χέρια τον κατάκοπο άνθρωπο κωλοβακτηρίδιο, εξασθενημένο από τη μάχη, στιγματισμένο από τη μάχη στις πύλες των δύο κόσμων – μοναδικό πραγματικό γνώστη του τέλους της άγνοιας, της Τζαχίλγια, να ψήνεται στον πυρετό και να τον πηγαίνουν σε μια γριά μάντισσα για ίαση, η Τρέισι νυσταγμένη φίλησε τη Μέρι Τζέιν και σηκώθηκε να πάει για ύπνο.
Όμως εκείνο το βράδυ – ορόσημο, η Μέρι Τζέιν τράβηξε τη μαμά της από τη ζακέτα και της έδειξε με το δάχτυλο την τελευταία σελίδα και για πρώτη φορά στη ζωή της μίλησε:

- Τζέρι, Ιρένα….είπε,
δείχνοντας διαδοχικά πότε τον άνθρωπο κωλοβακτηρίδιο και πότε τη γριά μάντισσα.

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2007

Στέλλα και Λευτέρης

Η φωνή από την άλλη γραμμή του τηλεφώνου της προκάλεσε ανησυχία. Ακύρωσε τα ιδιαίτερα της και βάζοντας κάτι πρόχειρο κίνησε για την κλινική.

Πολλά πέρασαν από το μυαλό της, κυρίως άσχημα. Η τελευταία φορά που τον επισκέφτηκε έμοιαζε σαν ζωντανός νεκρός. Η κατάσταση του χειροτέρευε. Δε μπορούσε ποτέ να πιστέψει ότι μέσα σε διάστημα ενός μηνός είχε προσπαθήσει να βάλει δυο φορές τέλος στη ζωή του.

«Μήπως μια πιθανή τρίτη προσπάθεια είχε αποβεί μοιραία?»…. σιγοψιθύρισε στον εαυτό της.
Προσπάθησε να κρατήσει απόσταση από εκείνο το φόβο που την είχε κυριεύσει.


Έφτασε λαχανιασμένη. Στάθηκε λίγο έξω από την κλινική να βρει την ανάσα της. Ο θυρωρός την γνώριζε. Δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε διαβεί τη μεγάλη εξώπορτα της κλινικής στο παρελθόν. Του χαμογέλασε βιαστικά και εκείνος την χαιρέτησε βγάζοντας το καπέλο του. Περπάτησε γρήγορα εκείνο το μακρύ διάδρομο που περιστοιχίζονταν από τις βατομουριές και οδηγούσε στη κεντρική είσοδο. Οι ασθενείς που έπαιρναν το περίπατο τους στο κήπο την κοίταξαν περιπαιχτηκά . Πάντα ένιωθε άβολα με εκείνα τα ψυχρά και απρόσωπα βλέμματα τους που την εξέταζαν επίμονα. Εκείνη τη στιγμή ομως αδιαφορούσε για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και η μόνη σκέψη της ταξίδευε σε κείνον.

Η γνωριμία της Στέλλας με τον Λευτέρη έγινε σε ένα μπαρ. Εκείνος πάντα συνήθιζε μετά την παράσταση να επισκέπτεται το αγαπημένο του μαγαζί διπλά στο σπίτι του και να χαλαρώνει με ένα ποτήρι ουίσκι. Εκείνη βρέθηκε εκεί με μια φίλη της, έδειχνε εύθυμη και έλαμπε μέσα στο δαντελένιο της φόρεμα. Δεν άργησε να γοητευτεί από την παρουσία της. Μηχανικά κατέβαζε τα ποτήρια το ένα μετά το άλλο. Μέσα στη παραζάλη του συγκέντρωσε όλες τις αισθήσεις του επάνω της. Άφησε το λάγνο του βλέμμα να αγγίζει την σάρκα της, ανοιγόκλεινε τα ρουθούνια του για να μυρίσει το άρωμα της , προσπάθησε να φανταστεί πως είναι να γεύεσαι τους χυμούς ανάμεσα στα πόδια της και να φιλάς τα ροδοκόκκινα σαρκώδη χείλη της. Ήταν τόσο εντυπωσιακός ο τρόπος που λίκνιζε το κορμί της στο ρυθμό της μουσικής που είχε αιχμαλωτίσει την ματιά του για ώρες. Η Στέλλα γήτευσε το πάθος του και ανταποκρίθηκε στο ερωτικό του κάλεσμα όταν το επέλεξε εκείνη.

Βρέθηκαν να χορεύουν σπίτι του. Έγειρε το κεφάλι της στον ώμο του και η ανάσα της πρόδιδε πόθο. Άρχισαν να ερωτοτροπούν με τρόπο βακχικό. Το επόμενο πρωί βρήκε την μαινάδα μεθυσμένη από ευτυχία και απελευθερωμένη από κάθε δέσμια σκέψη της να χαζεύει το τατού στη πλάτη του εραστή της. Εκείνος ξύπνησε και την καλημέρισε με ένα ζεστό χαμόγελο. Εκείνο το χαμόγελο που την συντρόφευε στα πρωινά της για 2 χρόνια ακόμη.

Εκείνα τα 2 χρόνια τα πέρασε ευτυχισμένη ή τουλάχιστον εκείνη την αίσθηση έχει όταν τα μνημονεύει. Ο Λευτέρης ήταν ανήσυχος. Ανερχόμενος ηθοποιός με πολλά παράλληλα ενδιαφέροντα. Ζούσε την ζωή του στο κόκκινο. Εκείνη αν και γοητευόταν από τους ρυθμούς του ποτέ δεν μπόρεσε να δεχτεί το ρισκαδόρικο του χαρακτήρα του. Ένιωθε ανασφάλεια. Από μικρή ένιωθε συμβιβασμένη με την ιδέα εκείνου του άνδρα που θα της εξασφαλίσει την καθημερινότητα με το νοικοκυρεμένο σπίτι, το μεγάλο σκύλο που γαυγίζει, και τις φωνές των παιδιών που αντηχούν όταν γυρίζουν από το σχολείο. Ερωτεύτηκε το Λευτέρη δυνατά και είναι αλήθεια ότι δυσκολεύτηκε πολύ να τον βγάλει από τη ζωή της.

Ποτέ δεν την είχε αφήσει να μάθει πόσο πολύ την αγαπούσε. Πάντα την κρατούσε σε απόσταση από τα συναισθήματα του. Μετά το χωρισμό μπόρεσε για λίγο καιρό να προσποιείτε ότι τα κατάφερνε μια χαρά μακριά της. Αργότερα η απουσία της άρχισε να το στοιχειώνει. Βρήκε γιατρικό στην υποκριτική. Άρχιζε να σβήνει το είναι του στους ρόλους του. Όχι μόνο στο σανίδι αλλά και στην καθημερινή του ζωή. Έδινε σάρκα και οστά σε ένα ψεύτικο χαρακτήρα και δώριζε τον εαυτό του σε κείνον. Αρχίζει να καταριέται τον έρωτα. Γινόταν Ιάγος και καταριόταν την αγάπη του Οθέλλου για την Δεισδαιμόνα, άλλοτε γινόταν ο γαμπρός, στο ματωμένο γάμο του Λόρκα, που στρέφεται ενάντια στο πάθος του Λεονάρντο για την νύφη. Βρίσκεται οχυρωμένος απέναντι στην αγάπη, απέναντι σε εκείνη. Τις λίγες στιγμές που την θυμάται τις πνίγει στο ποτό και στα ηρεμιστικά. Εγκλωβισμένος στους ρόλους που διάλεξε, αρχίζει να ξεχνά πρώτα τις συνήθειες του, μετά την μνήμη του, ύστερα το ίδιο του τον εαυτό. Διαταραχή προσωπικότητας είπαν οι γιατροί..

Η Στέλλα επισκέπτονταν συχνά τον Λευτέρη στο ψυχιατρείο. Δεν το έκανε από ευθύνη. Τον νοιαζόταν τον Λευτέρη. Τον πονούσε ειλικρινά. Όποτε εκείνος ανταποκρινόταν στην φαρμακευτική αγωγή και μπορούσε να πάρει εξιτήριο πήγαιναν για καφέ και εκεί ζούσαν μια όμορφη αλλά ψεύτικη κανονικότητα. Πότε πότε μέσα στην τρέλα του την αντιμετώπιζε με αποστροφή και την απειλούσε και αυτό την γέμιζε με ενοχή. Άλλες φορές στεκόταν απέναντι της αμίλητος ανέκφραστος και εκείνη το κοίταζε με τις ώρες και καταριόνταν εκείνες τις στιγμές που αισθανόταν λύπηση και οίκτο για την κατάσταση του.

Περνώντας το κατώφλι της κεντρικής εισόδου την διαπέρασε εκείνο το απόκοσμο συναίσθημα που την καταβάλει όταν βρίσκεται στο χώρο της κλινικής. Στάθηκε να περιμένει στη μικρή αίθουσα αναμονής με τους άχρωμους και υγρούς παλιούς τοίχους, να την περιστοιχίζουν και να την πλακώνουν. Δεν απολάμβανε την νεκρή μινιμάλ αισθητική του χώρου. Το δωμάτιο με την έντονη οσμή του απολυμαντικού της έφερε μια στιγμιαία ζαλάδα. Έκατσε σε ένα πάγκο και τύλιξε επιδέξια το σάλι της γύρω από το λαιμό και το στέρνο της καθώς η υγρασία ήταν έντονη.

Πέρασαν αρκετά λεπτά και δεν την είχαν καλέσει ακόμα. Ξαφνικά εισέβαλε στο δωμάτιο μια γέρικη φιγούρα. Η Στέλλα την ακολούθησε με το βλέμμα της. Της έκανε εντύπωση η φωτεινότητα στο πρόσωπο της παρόλο που το όλο παρουσιαστικό της πρόδιδε ότι τα χρόνια που κουβαλούσε δεν ήταν λίγα. Η γριούλα έσυρε τα πόδια της μέχρι το ψύκτη. Έγειρε το καμπουριασμένο κορμί της και προσπάθησε να φέρει το πλαστικό ποτήρι κάτω από την βρύση. Μάταια καθώς το χέρι της έτρεμε αρκετά. Η Στέλλα αυθόρμητα έκανε να την βοηθήσει και πλησίασε.

Η γριά έπιασε το χέρι της Στέλλας και άρχισε να το σφίγγει. Εκείνο το τρεμάμενο λιπόσαρκο χέρι που δε μπορούσε να κρατήσει ένα πλαστικό ποτήρι γράπωσε σταθερά και δυνατά το αριστερό χέρι της Στέλλας. Εκείνη δεν έδειχνε να ενοχλείτε από την πίεση αλλά σίγουρα ξαφνιάστηκε από την κίνηση.

-Κόρη μου να προσέχεις.... της είπε η γριά ενώ την κοιτούσε βαθιά μέσα στα μάτια
-Δε σας καταλαβαίνω.....απάντησε η Στέλλα ενώ χασκογέλασε αμήχανα
- Ο σίγμα έχει μήνυμα για σένα…ο Σίγμα θέλει να σου μιλήσει
- Ο σίγμα?.... Ρώτησε η Στέλλα με απορία
- Στέλλα μην πιστέψεις τίποτα… ο Σίγμα λέει να μην πιστεύεις τίποτα από όσα ακούσεις εδώ μέσα…
- Που ξέρετε το όνομα μου και ποιος είναι ο σίγμα?
- Ο σίγμα…
- Ποια είστε Κυρία μου? Τι θέλετε από μένα?...Ρώτησε η Στέλλα με σταθερή φωνή ενώ προσπαθούσε να καταλάβει τι γινόταν
- Είμαι η Ιρενα Παβλοβιτς βεβαια..Η γνωστή ηθοποιός της μεγάλης οθόνης…απάντησε η γιαγιά με στόμφο προσπαθώντας παράλληλα να ισιώσει το γερμένο κορμί της
- Ποια?..... Ιρένα? ….Η Στέλλα ήταν φανερά αμήχανη. Το πρόσωπο της ήταν συνοφρυωμένο γεμάτο απορία. Τράβηξε το χέρι της και έκανε δυο βήματα πίσω

Μια νοσοκόμα μπήκε στο δωμάτιο ξαφνικά και με βήμα γοργό πλησίασε τις δυο γυναίκες.

-Κυρία Βασιλική εδώ είστε και σας ψάχνω. …..απευθύνθηκε στη γιαγιά ενώ παράλληλα την έπιασε από το μπράτσο…… "Ελάτε είναι ώρα για το φάρμακο σας".

Η Κυρία Βασιλική έσκυψε το κεφάλι και ακολούθησε την νοσοκόμα χωρίς καμία αντίσταση. Θαρρείς πως το πρόσωπο της σκοτείνιασε ξαφνικά . Πριν απομακρυνθούν η νοσοκόμα γύρισε το κεφάλι της προς την μεριά της Στέλλας.

-Κυρία Μαρτσαμπλόκου, ο κύριος διευθυντής σας περιμένει στο γραφείο του. Μπορείτε να περάσετε.
-Ευχαριστώ …είπε η Στέλλα δείχνοντας ακόμα ξαφνιασμένη από την περίεργη στιχομυθία που είχε με την γριούλα.

Τρίτη 20 Μαρτίου 2007

Ιστορίες για αγρίους 1: Leiot

Πίσω απ' τα λευκά παράθυρα της άνοιξης
Εξοντώνεται η στερνή ανάσα της άφιξης του τίποτα
e moumple moumple...

Ποιος με τη χρυσήν μάχαιραν
τη λυδία λίθο θα τάμει;
Του θεού ποια γονατισμένη εξουσία μας ταρίχευσε στην ανυπέρβλητη ρυθμική
ε ξ ά ρ τ υ σ η της εγκοσμιότητας;
Ως πότε ο χρόνος θα δύει στις πλάτες των φίλων μας;
Ως πότε κάποια αρχαία κόρη θα θύει το θείον γέλιον του καημού εις τον βωμό της αδερφοσύνης;

Γνώρισα ανθρώπους με δεμένα χέρια και λαμπερά μάτια

Η αποψη της Misirlou Oubliez

Δυσκολο κειμενο. Η πρωτη αναγνωση μου ηταν βιαστικη και αγχωμενη. Ενιωσα να βρισκομαι κατω απο τον καυτο ηλιο της Μεσογειου, στα νερα του Γουαλδακιβιρ και να παιρνω ματι την αγαπη του Τρυπια Βαρκα να λουζεται. Ενα κυμα αποστροφης με κυριευσε γιατι ως γνωστον ο Γουαλδακιβιρ ειναι θεοβρωμικος με τα νερα απο τα Σεβιλλιανικα μπουγαδονερα που καταληγουν εκει. Αφου εκοψα ενα λεμονι στη μεση και εγλειψα λιγο και αφου εφαγα και ενα κουταλακι ζαχαρι (sic) για να φυγει η ξινιλα απο το στομα μου, το ξαναδιαβασα. Τιποτα. Το ιδιο συναισθημα. Το αφησα για λιγο να μεστωσει. Το ξαναπιασα. Το ξαναφησα. Το ξαναπιασα. Το ξαναφησα. Μετα ακουσα μια φωνουλα μεσα μου get on with it, καταλαβα οτι δεν ημουν μονη στο δωματιο, ο downhill παραμονευε πισω απο τη κουρτινα και εκανα μια τελευταια προσπαθεια.

Μεταφυσικα υπαρξιστικο, αυτο που ο Heisenberg θα οριζε ως dasein, πλουραλιστικα μινιμαλιστικο, με δυνατες εικονες και γραμμικη πλοκη αφηγησης.

Σε νιοστο επιπεδο φαιινεται η αγωνια αυτου που ελειπε απο το μαθημα με τα σημεια στιξης που δηλωνουν παυσεις, μικρες, μεγαλες, οτιδηποτε.

Θελησα να διαβασω κι αλλο απο αυτον τον δημιουργο για να εχω μια πιο σφαιρικη αποψη για τα κινητρα της δημιουργιας. Θελησα να απαντησω στο βασανιστικο ερωτημα "Σε τι φαση εισαι ρε Τρυπια;"

Απο τα σχολια που αφηνει στα blogs ατομων φιλικα προδιατεθημενων σε αυτων και ατομων που δεν ξερουν που ειναι το κουμπακι του ντιλιτ για τα κομμεντς, δεν εβγαλα κανενα συμπερασμα.

Συνολικα θα ελεγα οτι εχει τον λυρισμο της λυρας του Γιορ μαι Λοβερ Αντερκοβερ και την μαγεια των μαγων που βγαινουν στην Αννιτα Πανια. (Καλο Αννιτα).

Για να ξεδιαλυθουν ολα τα συννεφα στον γαλανο ουρανο της κατανοησης, ελπιζω να μπορεσω να εχω μια συζητηση απο κοντα με τον δημιουργο σε καποιο γραφειο απωλεσθεντων το οποιο το πιθανοτερο να βρισκεται σε καποιο κυκλο εξωγηινων σε καλαμποκοχωραφα, διοτι η συνολικη εικονα για τον δημιουργο ειναι οτι εχουμε μια κλασσικη περιπτωση κυκλου χαμενων ποιητων. Η μονη διαφορα ειναι πως η ταινια ηταν καλυτερη.
.
Η άποψη του Fight Back: Τις πρώτες εικοσιτέσσερις ώρες μετά την ανάγνωση του παραπάνω κειμένου έμεινα σκεπτικός στο νεροχύτη με το νερό να τρέχει και τα σαπουνόνερα να πλημμυρίζουν το πάτωμα, ενώ αναπολούσα μαγευτικές διακοπές στην Ινδονησία που είχε πάει ένας ξάδερφος μου – όχι εγώ. Ύστερα πιο συγκεντρωμένος ξανασυνδέθηκα στο ίντερνετ κι αφού είδα τις δηλώσεις Μουνιόθ και Αλέφαντου ξαναδιάβασα το ποιήμα.
Ξεκινώντας από τον τίτλο Leiot που είναι προφανής αναγραμματισμός που χρησιμοποιούταν κατά κόρον στο μεσοπόλεμο και σημαίνει Telio, ελληνιστί τέλειο, καταλαβαίνουμε ότι ο γράφων έχει διαπράξει το πρώτο ολίσθημα, αυτό της αμετροέπειας.
Ξεκινάει ομολογουμένως εντυπωσιακά. Καθαρόαιμο ποιητικό γκανιάν αφήνει χώμα μυστηρίου στην εκκίνηση που σε κάνει να τριβεις τα μάτια σου. Συνεχίζει όμως με μια λυρική σοβαροφάνεια που συναντάται στο επικό μυθιστόρημα της Ανδαρτικής του 17ου αιώνα. Σαφώς επηρεασμένος από τους υπερρεαλιστές γράφει αυτόματα και δεν αποφεύγει καν τις ίδιες εμπειρικικές λέξεις όπως την εξάρτυση, την οποία τονίζει και επιμόνως και στην οποία αναθέτει ρόλο διελκυστίνδας και πολιορκητικού κριού με ανάδρομο ερμή. Κλείνει με μια όμορφη punch line όχημα ασφαλτοστρώσεως αποριών σχετικά με τις προθέσεις του ποιητή.




Leiot

Μέσα στα σιδερένια εύρετρα της βλακώδους
αυτοαπαγωγής μου
Εξοντώνεται η στερνή ανάσα του ερχομού του μήποτε
Της τεχνικής νύμφης η λειτουργική αντίστιξη
διασάλευσε το παρακράτος της άδολης αντηχούς
της σμίλου του Διοσκουρίδη
Όσο για τα νυχτοκούνουπα;
Τα νυχτοκούνουπα λυσσάνε μεθυσμένα στη σίτα,
σαν μετανάστες που περιμένουν να περάσουνε τα σύνορα

Ποιος τώρα λοιπόν με τη χρυσήν e-μάχαιραν
τη λυδία λίθο θα τάμει;
Του θεού ποια γονατισμένη εξουσία μας ταρίχευσε κάποτε στην ανυπέρβλητη ρυθμική εξάρτυση
της κοσμικής γεωμετρίας;
Ως πότε ο χρόνος θα δύει
στις πλάτες των ηλίθιων φίλων μας;
Ως πότε η γνωστή ιέρεια θα θύει
το θείον γέλιον του G. Soros
εις τον βωμό της σταδιοδρόμου ευφροσύνης
(ή το αντίστροφο);

Γνώρισα ανθρώπους με δεμένα μάτια και λαμπερά χέρια!

(που με μούτζωναν)

Σάββατο 10 Μαρτίου 2007

Περίληψη 2ου κύκλου

θέατρο απο τον Kabamaru igano




(Σκηνικό: το απομεσήμερο δυο φίλοι , ένας από τους εκλεκτούς συγγράφεις του επικού βιβλίου παπαραιζ, καμπαμαρου, και ένας τυχαίος φίλος του, απολαμβάνουν τον καφέ τους σε μια κεντρική και αρκετά γουστόζικη καφετέρια των Αθηνών. 
Ύστερα από κάμποση ώρα και αφού έχουν εξαντλήσει τα θέματα του βάζελου και η συζήτηση τους έχει φτάσει σε ένα τέλμα ο φίλος του καμπαμαρου ερωτάει για την εξέλιξη του παπαραιζ)





Φίλος Καμπαμαρου: Τι λέει ρε με παπαραιζ? Το έχω χάσει το κονσεπτ λίγο. Για ρίξε καμιά περιληψούλα να μπω στο κλίμα
Καμπαμαρου: Μαλακά δε το διαβάζεις ε?
Φ.Κ: Όχι απλά πέσαν δουλείες και δεν είχα χρόνο να ασχοληθώ
Κ: ω βαριέμαι όλο το στόρυ τώρα
Φ.Κ: Όχι ρε από την πρώτη περίληψη που είχες κάνει και μετά λέγε. Από κει δε το έχω διαβάσει
Κ: καλά!...Λοιπόν έχουμε και λέμε. Ο Tζέημς μας άφησε χρόνους. Πήγε να βρει ο καημενούλης βατόμουρα όπως του είχε ζητήσει ο Δαίμονας Άριοχ δίνοντας του μόνο 5 λεπτά για να τα καταφέρει και έτσι να γίνει μεγάλος και τρανός αλλά……
Φ.Κ τι αλλά?
Κ: Δυστυχώς δε τα κατάφερε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, γιατί μπουρδουκλώθηκε σε κάτι βατομουριές που του είχε υποδείξει το τρελό κοριτσάκι και ψόφησε. Τελικά η αναζήτηση του στάθηκε μοιραία για τον ίδιο αλλά και τραυματικό βίωμα για το τρελό κοριτσάκι που τον είδε να πεθαίνει μπροστά στα μάτια της.
Φ.Κ: Αχ! αυτά είναι τα παιχνίδια της μοίρας.
Κ: Τεσπα. Λίγες ώρες πριν από το ατύχημα η Κυρία Ιρένα πήγε στον Χάμιλτον να ζητήσει τσάι αλλά μάταια γιατί δεν είχε ο κερατάς.
Φ.Κ: Χμ…
Κ: λοιπόν ψιλοφρίκαρε η γριούλα όταν άνοιξε ο Χάμιλτον την πόρτα γιατί είδε κάτι πεντάλφες στο πάτωμα και τέτοια σκηνικά και άρχισε να τον βρίζει και να τον χτυπά
Φ.Κ: σκατόγριες μαλάκα… την φαντάζομαι με κατακόκκινα μάτια από το θυμό να ξερνά σάλιο από την μασέλα της….
Κ: χαχαχ ρε μαλάκα η Ιρενα είναι Γιαγιά με τρόπους.
Φ.Κ: Έλα προχώρα!
Κ: Λοιπόν βγήκε η καημένη να πάει να αγοράσει κανα φακελάκι τσάι στο σουπερ μάρκετ και εκεί βρήκε τον θαυμαστή της τον Τζέρρυ, τον μπεκρή, που την προσκάλεσε να πάνε σπίτι του να πάρουν εκεί το τσάι τους παρέα …
Φ.Κ: Το «τσάι» τους? Ήθελε να την παρασύρει σε ερωτικά παιχνιδάκια ο ανωμαλιάρης
Κ: Άθλιο μαλάκα ! Ρε δε παίζει αυτό που λες απλά είναι θαυμαστής της…Η Ιρένα είναι το μοναδικό ον στη γη που μπορεί λίγο να τον κάνει να ξεφύγει από τους εφιάλτες του και το ποτό …
Φ.Κ: ποιους εφιάλτες ρε? καλά για τον πούτσο μαλάκα!
Κ: Ρε σταμάτα!.. ο άνθρωπος είδε δαίμονες και σατανάδες να πλακώνονται στην έρημο όταν ήταν μικρό παιδάκι δεν είναι και λίγο πράγμα…δηλαδή μαλακα άμα σου τύχαινε αυτό εσύ τι θα έκανες?
Φ.Κ: Θα έκλανα μέντες μαλακα αλλά να σου πω κάτι …χάχα !! ..Δε πάτε καλά εκεί στο παπαραιζ. Άντε λέγε τώρα
Κ: λοιπόν σε αγνοώ και συνεχίζω. Που λες ο Άλλεν, το πρωινό εκείνο που ακολούθησε την νύχτα που είχε πηδήξει την Κρυστάλλω
Φ.Κ: ποια?
Κ: Την γκόμενα εκείνη που τελικά την γκάστρωσε…. ξέρεις μωρέ ποια λέω… την μανά του Αλέξις
Φ.Κ: α ναι θυμήθηκα
Κ: λοιπόν την επόμενη μέρα ξυπνάει με φρικτούς πόνους ,,,μια φωνή μέσα του τον προειδοποιεί για μια απειλή που έρχεται και αυτός τρέχει στον Τζέρρυ να του δώσει τάχαμου το πορτοφόλι που είχε χάσει αλλά στη πραγματικότητα αυτό που θέλει είναι να βρει ένα καταφύγιο για να κρυφτεί από αυτό το άγνωστο που τον καταδιώκει.
Φ.Κ: Τι λες τώρα? σοβαρά?
Κ: Ναι σου λέω… πάει που λες στο σπίτι του Τζέρρυ…. εκεί ο Τζέρρυ τρώει κάτι φλασιές, τον παίρνει από το χέρι και τον οδηγεί με το αυτοκίνητο του σε μια έπαυλη. Αρχίζει λοιπόν να του δίνει πληροφορίες για την μυστική του φύση και να του εξιστορεί γεγονότα που αγγίζουν την σφαίρα της φαντασίας. Ο Τζέρρυ λειτουργεί κάτι σαν τον λυτή στο σταυρόλεξο της ζωής του Άλλεν με λίγα λόγια .Όλα αυτά τα τρομερά που είχε γίνει μάρτυρας μικρός σχετίζονται με την αινιγματική φιγούρα του Άλλεν.
Φ.Κ: Ωραίο αυτό μυστηριακό…Φαντάζει επικό θα έλεγα… και μετά?
 Κ: Ε, μετά αποκαλύπτεται οτι ο Αλεν τόσο καιρό κρύβεται από τους διώκτες του κατοικόντας σε άλλα σώματα, πρώτα του Χάμιλτον και εσχάτως της Ιρένα...ειναι λίγο μπέρδεμα προς το παρόν.
Φ.Κ: Ποιός ήρθε;
Κ: Α και δεν σου πα.. μέσα σε όλα αυτά ο σίγμα, ο Λευτέρης δηλαδή, φωνάζει πυρ σε δαίμονες και ανησυχεί άμα του φύγουν και τα άλλα γράμματα της αλφαβήτου
Φ.Κ:………………….
Κ: Τι έγινε έμεινες άφωνος μαλάκα?.....Δε σε χάλασε ε?
Φ.Κ: Καλά για τον πούτσο το βαρύ ….άκυρα όλα!
Κ: Ρε κατάλαβες τίποτα?
Φ.Κ: Όχι
Κ: Ούτε εγώ…..Αλλά … το παπαραιζ τα σπάει μαλάκα και όπου να ναι έρχονται νέα επεισόδια που θα τα ξεδιαλύνουν όλα....… που θα καθηλώσουν και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη και θα αποθεωθούν από τις κριτικές των ειδικών!!!!!!!!!

(οι ώρες πέρασαν και οι δυο φίλοι αναχώρησαν για τα σπίτια τους. Ο φίλος του καμπαμαρου αν και λίγο χαμένος από το κονσεπτ γοητεύτηκε από το μυστήριο της πλοκής έτσι όπως του το εξιστόρησε με το μοναδικό και γλαφυρό του τρόπο ο καμπαμαρου και αμέσως με την επιστροφή του στο σπίτι συνδέθηκε με την ιστοσελίδα και άρχισε να καταβροχθίζει με λαιμαργία μια μια τις λέξεις του έπους…)

ΤΕΛΟΣ